6.7.13

η κοινωνία σαν μακροϋποκείμενο

Μπορούμε να θεωρήσουμε την κοινωνία ως ένα μακροϋποκείμενο και να δούμε τις λειτουργίες της σε αντιστοιχία με ανάλογες λειτουργίες που έχει το ξεχωριστό άτομο, παίρνοντας εννοείται υπ' όψη ότι στην κοινωνία έχουμε μια νέα τάξη μεγέθους σε σχέση με το ξεχωριστό άτομο, με όλες τις διαφοροποιήσεις που αυτό συνεπάγεται;
Μια τέτοια αντιστοίχιση έχει βάση, επειδή πρόκειται για δύο συστήματα που το ένα προκύπτει από το άλλο αλλά και εμπεριέχονται το ένα μέσα στο άλλο. Η ανθρώπινη κοινωνία και η συλλογική της συνείδηση, με τα ένστικτα, τις μνήμες, τις απωθημένες υποσυνείδητες ιδέες, τις παρούσες τάσεις και τις μελλοντικές δυνατότητες ανάπτυξής της, είναι φτιαγμένη από τα ένστικτα, τις αντίστοιχες μνήμες, τις απωθημένες υποσυνείδητες ιδέες, παρούσες τάσεις και μελλοντικές δυνατότητες του κάθε ξεχωριστού μέλους της αλλά και αντίστροφα η συνείδηση του κάθε ξεχωριστού ανθρώπου διαμορφώνεται από την αλληλεπίδραση των γενετικών του καταβολών με το περιβάλλον της ανθρώπινης κοινωνίας, έτσι βέβαια όπως εκφράζεται στο σημαντικό για τον κάθε άνθρωπο περιβάλλον και όλες τις ιδέες που την συνοδεύουν. Αλλά και αυτές οι γενετικές καταβολές δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να μεταφέρουν εκείνα τα χαρακτηριστικά από την μέχρι τώρα εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, που αποδείχθηκαν ικανά και απολύτως απαραίτητα να το διατηρήσουν στη ζωή. Αυτό έχει μια επέκταση όχι μόνο στο ανθρώπινο στάδιο της εξέλιξης αλλά στο σύνολο της βιολογικής εξέλιξης, που και αυτό με τη σειρά του είναι απόρροια όλης της προηγούμενης εξέλιξης. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο κάθε ξεχωριστό άτομο η οντογένεση επαναλαμβάνει την φυλογένεση. Το ανθρώπινο έμβρυο επαναλαμβάνει όλη την προηγούμενη εξέλιξη από τον μονοκύτταρο οργανισμό μέχρι τον άνθρωπο. Αντίστροφα αν δούμε την εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας, θα δούμε ότι η νοητική αλλά και η ηθική της ανάπτυξη έχει αντιστοιχίες με αυτήν του ξεχωριστού ανθρώπου, από την παιδική ηλικία προς την ενηλικίωση.

Στον άνθρωπο η ζωτικότητα της λειτουργίας των ενστίκτων του είναι ένδειξη ζωής και ανάπτυξης. Τα ένστικτα όμως από μόνα τους είναι τυφλά και μπορεί να οδηγήσουν στην καταστροφή. Η ενηλικίωση του ατόμου χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του λόγου, της έλλογης σκέψης, που ελέγχει τη λειτουργία των ενστίκτων μέσα στα πλαίσια περισσότερων δεδομένων που ο λόγος, η λογική, έχει αποκτήσει την ικανότητα να κάνει, ώστε αυτά να εξυπηρετήσουν με καλύτερο τρόπο τις ανάγκες του εαυτού. Όπως στο σκάκι κερδίζει αυτός που μπορεί να εκτιμήσει καλύτερα τα δεδομένα της κάθε νέας θέσης, τις δυνατότητες που προκύπτουν και να δει περισσότερες κινήσεις μπροστά. Ο λόγος δηλαδή είναι αυτός που μπορεί και βλέπει πιο μακρυά τα συμφέροντα του οργανισμού, να δει πολύ περισσότερες εναλλακτικές δυνατότητες από τις περιορισμένες που μπορούν να δουν τα ένστικτα. Με αυτό τον τρόπο τα ένστικτα γίνονται και πολύ πιο αποτελεσματικά. Μπορεί αυτός ο έλεγχος να γίνει ασφυκτικός και να μπλοκαρισθεί η λειτουργία των ενστίκτων, οπότε και πάλι έχουμε μη επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι λειτουργίες αυτές έχουν και βιολογικό ανατομικό υπόβαθρο. Τα ένστικτα είναι στενά συνδεδεμένα με τα κέντρα του λεγόμενου συναισθηματικού εγκεφάλου, ο οποίος είναι κοινός εξελικτικά με τις αντίστοιχες και παρόμοιες εγκεφαλικές δομές που υπάρχουν και στα θηλαστικά. Ο μετωπιαίος λοβός που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στον άνθρωπο και αποτέλεσε την έδρα των αφαιρέσεων , κατηγοριοποιήσεων, ερμηνειών του περιβάλλοντος, αποτελεί ταυτόχρονα και ένα κέντρο ελέγχου, επιβολής βέτο στις αντιδράσεις που προκαλούν τα διάφορα εξωτερικά αλλά και εσωτερικά ερεθίσματα στις δομές του συναισθηματικού εγκεφάλου, οι οποίες επειδή και εξελικτικά προηγούνται είναι πιο αυθόρμητες, μιας και αφορούν βασικές αντιδράσεις διατήρησης της ζωής. Με την ανάπτυξη της αυτονομίας του εγώ ο εαυτός μπορεί πιο αποτελεσματικά να κρίνει τόσο τις παρορμήσεις του, όσο και τις επιταγές του κοινωνικού περιβάλλοντος προς τον εαυτό, προκρίνοντας την καταλληλότερη γι αυτόν δράση στην κατεύθυνση της συνεχούς ανάπτυξης και αυτοπραγμάτωσής του.

Μιλώντας για τον άνθρωπο, όπως και πολύ περισσότερο για τις ανθρώπινες κοινωνίες, αναφερόμαστε σε βιολογικά συστήματα μεγάλης ποσότητας πληροφορίας και γι αυτό πολύ μεγαλύτερης πολυπλοκότητας και τυχαιότητας. Για παράδειγμα σε ένα βιολογικό σύστημα μικρότερης ποσότητας πληροφορίας, μια αμοιβάδα ας πούμε, μπορούμε να προβλέψουμε την εξέλιξή της με μεγαλύτερη δυνατότητα πρόβλεψης απ' ότι αυτήν ενός ανθρώπου. Σε ένα σύστημα ακόμη μικρότερης ποσότητας πληροφορίας σε σχέση με τους βιολογικούς οργανισμούς, ένα μόριο ας πούμε, μπορούμε με τεράστια ακρίβεια να προσδιορίσουμε τις σχέσεις του με το περιβάλλον, πως αντιδρά με τις άλλες ουσίες, κάτω από ποιες συνθήκες κλπ. Αλλά και στον ίδιο τον άνθρωπο τα σωματικά του χαρακτηριστικά αποτελούν μέρος ενός συστήματος πληροφοριών μικρότερου από αυτά της νοητικής του εξέλιξης, γι αυτό η σωματική εξέλιξη κινείται σε ένα εύρος επιλογών, οπωσδήποτε μεγάλο αλλά πολύ μικρότερο από αυτό της δυνατής νοητικής εξέλιξης. Έτσι και στις ανθρώπινες κοινωνίες, οι αντιθέσεις, οι διαφορετικότητες και η αλληλεπίδραση μεταξύ τους που αποτελούν καθοριστικό παράγοντα της εξέλιξής τους, έχουν εννοείται διαφορετικό χαρακτήρα από τις όποιες διαφορετικές ιδέες ή και συμπεριφορές υπάρχουν στο κάθε άτομο, που έχει πολύ πιο ενοποιημένη αντίληψη της ύπαρξής του. Αλλά και όπως ένα άτομο μπορεί και μαθαίνει και αναπτύσσεται με παρόμοιο τρόπο μπορούν και οι κοινωνίες να μαθαίνουν και να αναπτύσσονται. Το εργαλείο της μάθησης είναι η νοημοσύνη που έχουν αναπτύξει οι άνθρωποι, η γνώση, ώστε και ο καθένας ξεχωριστά να μπορεί να μαθαίνει και να εξελίσσεται. Στα υπόλοιπα είδη υπάρχει μάθηση, μικρή στα υπόλοιπα θηλαστικά πολύ μικρότερη στα υπόλοιπα είδη, αλλά συνήθως γίνεται συνολικά στο είδος και όχι στα ξεχωριστά μέλη, μέσα από την τελική επικράτηση αυτών που έχουν κάποιο πλεονέκτημα επιβίωσης και την εξαφάνιση αυτών που δεν το διαθέτουν, οπότε η επικράτηση ενός εξελικτικού πλεονεκτήματος στο είδος, εξελικτικά, ιστορικά, φαίνεται σαν μάθηση.

Στον κάθε άνθρωπο το ενοποιητικό στοιχείο είναι το νευρικό του σύστημα, μέσω του οποίου επικοινωνούν τα διάφορα τμήματά του. Στις κοινωνίες το ενοποιητικό στοιχείο είναι η επικοινωνία. Σήμερα η επανάσταση στις επικοινωνίες ενοποιεί την ανθρωπότητα στο σύνολό της. Η ανθρώπινη κοινωνία σαν μακροϋποκείμενο, αποκτά πιο ισχυρό “νευρικό σύστημα”, γίνεται πιο δυναμική, κινείται πιο γρήγορα. Την οδηγεί σταδιακά σε κοινούς προβληματισμούς για το παρόν και το μέλλον. Αλλά αν πάμε και στις απαρχές των κοινωνικών συγκροτήσεων, ήταν η δυνατότητα της επικοινωνίας κατ' αρχήν που δημιουργούσε την κοινότητα. Τα έθνη ξεχώρισαν κατά βάση από την κοινή τους γλώσσα. Η κοινή γλώσσα είναι αυτή που δημιούργησε τη βάση της επικοινωνίας και τις σχέσεις εμπιστοσύνης που προκύπτουν από τη χρήση της και τις δεσμεύσεις που απορρέουν από αυτή τη χρήση, όπως διεξοδικά έχει αναλύσει ο Χάμπερμας. Η δημιουργία του νέου Ελληνικού κράτους βασίσθηκε και στην γλωσσική ενοποίηση και αφομοίωση διαφορετικών εθνοτικών ομάδων που μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες ή ιδιώματα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: